Από την Deutche Welle πληροφορούμαστε ότι η ποίηση ανθεί και εντός των φυλακών του Γκουαντάναμο. Ο Μαρκ Φέιλκοφ, δικηγόρος των κρατουμένων της φυλακής, συγκέντρωσε 40 ποιήματα γραμμένα από τους κρατούμενους και κατάφερε πρόσφατα να εκδόσει τα 22 από αυτά. Στα ποιήματα τους, οι 17 κρατούμενοι-ποιητές εκφράζουν συναισθήματα όπως μελαγχολία, θλίψη και οργή, κυρίως όμως εκφράζουν τη νοσταλγία τους για την ζωή εκτός φυλακής, την οικογένεια και τους φίλους. Πουθενά στα ποιήματα δεν γίνεται λόγος για τις συνθήκες κράτησης των 360 κρατουμένων, την χωρίς δίκη φυλάκιση στο Γκουαντάναμο ή τα βασανιστήρια. Ο Μάρκ Φέιλκοφ υποστηρίζει ότι ο καθένας πρέπει να διαβάσει αυτά τα ποιήματα καθώς έτσι "μπορεί κανείς να συνειδητοποιήσει πως οι κρατούμενοι είναι και αυτοί άνθρωποι και ότι όσο και αν προσπαθούν να τους φιμώσουν, εκείνοι έχουν κάτι να μας πουν. Εφ’ όσον ως τώρα δεν είχαν τη δυνατότητα να παρουσιαστούν σε δικαστήριο, ώστε να ακουστούν, χρησιμοποίησαν το δρόμο της ποίησης ως εναλλακτική λύση και έτσι προέκυψε και η ιδέα έκδοσης ενός βιβλίου".
Το εγχείρημα του Φέιλκοφ δεν ήταν, βέβαια, εύκολο, αφού το Πεντάγωνο, φοβούμενο ότι τα εν λόγω ποιήματα εκφράζουν κρυφά μηνύματα κι έχουν αλληγορική σημασία, χρειάστηκε ενάμισι χρόνο μέχρι να του παραχωρήσει την άδεια δημοσίευσης τους. Επιπροσθέτως, το Υπουργείο Άμυνας των ΗΠΑ φοβάται ότι η ποίηση στο Γκουαντάναμο είναι ένας νέος, έμμεσος τρόπος για την συνέχιση της τρομοκρατικής δραστηριότητας των κρατουμένων και παραχώρησε την άδεια δημοσίευσης τους μόνο στα αγγλικά, αφού η πολυσημία του αραβικού λεξιλογίου κρίνεται επικίνδυνη.
Σαν δείγμα γραφής ας διαβάσουμε ένα ποίημα του 33χρονου Αντ-Ντοσσαρί, κρατούμενου στο Γκουαντάναμο πάνω από πέντε χρόνια, από τα οποία τα τέσσερα τελευταία σε τελεία απομόνωση, έχοντας κάνει δώδεκα απόπειρες αυτοκτονίας.
ΘΑΝΑΤΟΣ
Πάρε το σώμα μου
Πάρε το σάβανο και τα απομεινάρια του κορμιού μου
Πάρε φωτογραφίες από το πτώμα μου
Μονάχο μες στον τάφο
Στείλ’ τα στον κόσμο
Στείλ’ τα στους δικαστές
Σε όσους έχουν συνείδηση
Στείλ’ τα σε όσους έχουν αρχές και είναι δίκαιοι
Κι ας σηκώσουν εκείνοι το βάρος της ενοχής στο εδώλιο του κόσμου,
την αθώα ψυχή,
Ας σηκώσουν εκείνοι το βάρος
κάτω από των παιδιών τους το βλέμμα,
της ιστορίας το βλέμμα
Το βάρος της αδικοχαμένης, της αναμάρτητης ψυχής
Της ψυχής που βασανίστηκε στα χέρια
Όσων δήθεν προστατεύουν την ειρήνη.
Πάρε το σάβανο και τα απομεινάρια του κορμιού μου
Πάρε φωτογραφίες από το πτώμα μου
Μονάχο μες στον τάφο
Στείλ’ τα στον κόσμο
Στείλ’ τα στους δικαστές
Σε όσους έχουν συνείδηση
Στείλ’ τα σε όσους έχουν αρχές και είναι δίκαιοι
Κι ας σηκώσουν εκείνοι το βάρος της ενοχής στο εδώλιο του κόσμου,
την αθώα ψυχή,
Ας σηκώσουν εκείνοι το βάρος
κάτω από των παιδιών τους το βλέμμα,
της ιστορίας το βλέμμα
Το βάρος της αδικοχαμένης, της αναμάρτητης ψυχής
Της ψυχής που βασανίστηκε στα χέρια
Όσων δήθεν προστατεύουν την ειρήνη.
2 σχόλια:
Όντως, Ποίηση γραμμένη με αίμα. Αναθυμάμαι έναν δικό μας, τον Αλέξανδρο Παναγούλη, τη σπουδαία αυτή αντιχουντική φυσιογνωμία, ο οποίος, όντας στην Απομόνωση τον Ιούνιο του 1971, έγραψε αυτό το αιμάτινο Ποίημα:
Η ΜΠΟΓΙΑ
Ζωντάνεψα τους τοίχους
φωνή τους έδωσα
πιο φιλική να γίνουν συντροφιά
Κι οι δεσμοφύλακες ζητούσαν
να μάθουνε πού βρήκα τη μπογιά
Οι τοίχοι του κελιού
το μυστικό το κράτησαν
κι οι μισθοφόροι ψάξανε παντού
Όμως μπογιά δε βρήκαν
Γιατί στιγμή δε σκέφτηκαν
στις φλέβες μου να ψάξουν.
Τι συγκλονιστικό ποίημα!
Ας θυμηθούμε κι ένα απόσπασμα από το ποίημα "Καντάτα" του Τάσου Λειβαδίτη:
[...]
Ο άνθρωπος με το κασκέτο:
Και την πρώτη νύχτα μπήκε μες στο κελί ένας άνθρωπος που 'χε χάσει το πρόσωπό του, κι ακούμπησε το φανάρι που κρατούσε κάτω στο πάτωμα./ Κι ο ίσκιος του μεγάλωσε πάνω στον τοίχο./ Και τον ερώτησε: πού έχεις κρυμμένα τα όπλα;/ Κι εκείνος, κανείς δεν ξέρει αν από σύμπτωση, ή ίσως για ν' απαντήσει,/ έβαλε το χέρι πάνω στην καρδιά του./ Και τότε τον χτύπησε. Ύστερα μπήκε άλλος άνθρωπος που 'χε χάσει το πρόσωπό του και τον χτύπησε κι αυτός./ Κι οι άνθρωποι που 'χαν χάσει το πρόσωπό τους, ήσαν πολλοί./ Και ξημέρωσε. Και βράδιασε./ Ημέρες σαράντα./ Κι ήρθαν στιγμές που φοβήθηκε πως θα χάσει το λογικό του./ Και τον έσωσε μια μικρή αράχνη στη γωνιά, που την έβλεπε ακούραστη κι υπομονετική να υφαίνει τον ιστό της./ Και κάθε μέρα τής τον χάλαγαν με τις μπότες τους μπαίνοντας./ Κι εκείνη τον ξανάρχιζε κάθε μέρα. Και της τον χάλαγαν πάλι. Και τ' άρχιζε ξανά./ Εις τους αιώνας των αιώνων. [...]
Δημοσίευση σχολίου